27 Νοε 2009

ΤΑΞΙΔΙΑ ...







Περάσαμε τη ζωή μας ταξιδεύοντας
στους λερούς δρόμους του Μπρούκλιν.
Παίξαμε, εκ του ασφαλούς,
Διασχίζοντας το Σέντραλ Παρκ,
ανατριχιάζοντας σε κάθε κίνηση σκιών των
απεγνωσμένων.

Χαζέψαμε την αγωνία
των βετεράνων του Βιετνάμ
που έκοβαν στα δύο,
με ειδικά μαχαίρια,
την ψυχή τους.

Κρατήσαμε συντροφιά
στους μοναχικούς καβαλάρηδες
και ψάλλαμε δυνατα
στις εκκλησίες των νέγρων.
. . .

Όταν άναβαν τα φώτα,
αναγνωρίζαμε τους ίδιους ίσκιους
στα πρόσωπα των ανθρώπων
που κάθε βράδυ παίρναν το ίδιο τραίνο,
την ίδια ώρα, κι από τον ίδιο πάντα σταθμό.
Το τραίνο που δεν ακολούθησε
ποτέ το ίδιο δρομολόγιο
και δε γνώριζες
τους ενδιάμεσους σταθμούς,
ούτε το τέρμα.

Κι όταν ξανάσβησαν τα φώτα,
πάλι ταξίδια.
Ταξίδια που δεν έγιναν,
Κι όμως υπήρξαν.


Γιάννης Ποδηναράς

26 Νοε 2009

Χαραγμένο φιλί




Κάποιες φορές νομίζω
βυθίζομαι,
βουλιάζω γυμνή
στα σκοτεινά νερά
μιας άγριας θάλασσας.
Κι όλο βυθίζομαι
σε υδάτινη άβυσσο.
Χωρίς ανάσα.
Χωρίς σφυγμό.
Μα δε με νοιάζει.
Κι αν θα πνιγώ
θα είναι μονάχα ένας λυγμός
για όσο δεν πρόλαβα
μαζί σου να ζήσω.
Κάποιες φορές
νομίζω πως ρίχνω το σώμα μου
κόντρα στον άνεμο,
κόντρα στη θύελλα.
Δυνατά αντιστέκομαι.
Κι απλώνω τα χέρια.
Αφήνω να πέσει
ένας ψίθυρος τρόμου.
Εγώ στον αέρα
ενός άγνωστου κόσμου.
Μα δε με νοιάζει.
Κι αν παρασυρθώ
θα είναι μονάχα ένα στροβίλισμα,
ένα ξέφρενο βάλς
στο ρυθμό της καρδιάς σου.
Κάποιες φορές
νομίζω πως βρίσκομαι
στη σκηνή του θεάτρου,
πάνω ακριβώς
απ' τα φώτα της ράμπας.
Να ερμηνεύω
ένα ρόλο μιας άλλης ζωής.
Χωρίς χειροκρότημα.
Μα δε με νοιάζει.
Κι αν θα πέσει η αυλαία,
αν σβήσουν τα φώτα,
θα είναι μονάχα η αρχή
μιας δεύτερης πράξης,
η αρχή μιας άλλης ζωής.
Κάποιες φορές
νομίζω αιμορραγώ.
Πορφυρό ποτάμι
όλο το σώμα μου.
Μια απύθμενη, απέραντη,
άλικη λίμνη όλο το είναι μου.
Με κόκκινο χρώμα
βάφω τις νύχτες.
Σημάδια από κόκκινο
αφήνω παντού.
Μα δε με νοιάζει.
Κι αν θα πονέσω,
θα είναι μονάχα μια πληγή
λατρεμένη, αναπόφευκτη,
ένα κόκκινο σημείο-φιλί,
μικρό μα βαθύ,
χαραγμένο στο χάρτη
της μοίρας...

Γαλάτεια Πονηρίδη

19 Νοε 2009

Θάλασσα






Έφηβη νύχτα, άπνοη
Παιδιά γυμνά
Βαδίσαμε αργά μες στα νερά
να μετρηθούμε ό,τι φοβόμαστε:
το πυκνό σκοτάδι
τον αλμυρό κόσμο
το φλεγόμενο σώμα
Η ανάσα μας είχε πάψει
Ακούγαμε μόνο
το νερό καθώς σχιζόταν
Σαν έκρυψε τα στήθη μας
σταθήκαμε
Ησυχάσαμε
την αναπνοή που επέστρεψε με βία
Άρχισε τότε να ξεδιπλώνεται
στην ακοή μας το θαύμα
Από πολύ μακριά,
από πολύ βαθιά
Η φωνή της θάλασσας
Το υγρό τραγούδι
Η υπόσχεσή της σ’ έναν συριγμό
αθόρυβο
Ο χορός της
σ’ ένα ακίνητο σύρσιμο
Αιώνια μήτρα και τροφός
Παντοτινή αγκαλιά
Ξεκουράζει τις στεριές,
ετοιμάζει τη ζωή,
γεμίζει τις αμμούδες
πλάσματα
Ξέρει καθέναν με τ’ όνομά του
Τραγουδά τα ονόματά μας
Το δικό σου και το δικό μου
Εκείνη μας γνωρίζει
όλους
Μετράει τους
κόκκους της άμμου που είμαστε
ωχροί στους βυθούς
Μας δείχνει έξω
ψηλά, μακριά
το φως γαλανό
Ανεβαίνουμε
λευκές δροσοστάλες
στους αφρούς
Μας ωθεί στην έξοδο
διάφανες πνοές
μες απ’ τους δρόμους του ανέμου
που την ενώνουν με τον ουρανό
Τα κορμιά εκφέρουν την αλμύρα της
τη στιγμή του σπαραγμού


Γιούλη Κουγιά

18 Νοε 2009

Απόψε διανυκτερεύει η μοναξιά




Απόψε διανυκτερεύει
η μοναξιά
μ όλα τα φώτα αναμμένα
σα γιορτή
με τα παράθυρα ορθάνοικτα
γιορταστικά
με μια μουσική ν ακούγεται
νοσταλγική
που θα μπορούσες να τη πεις
θλιμμένη

Όλα τριγύρω σκοτεινά
απόμακρα
ένα καράβι αναζητά απεγνωσμένα
ρότα
ένα φεγγάρι κατακόκκινο ψάχνει
μια γη
ένα αστέρι πέφτει χωρίς να ξέρει
το γιατί
ένα παιδί κλαίει για το χαμένο του
χαμόγελο.

Απόψε διανυκτερεύει
η μοναξιά
οι μνήμες περπατάνε στα πεζοδρόμια
άσκοπα
τα όνειρα μουσκεμένα κρύβονται σε υπόγεια
καταφύγια
ένα περιστέρι θρηνεί για το χαμένο του
ταίρι
δυο μάτια μετράν την απουσία μονάχα μ ένα
δάκρυ

Απόψε διανυκτερεύει
η μοναξιά
μονάχη με γκρίζα χρώματα κι έναν ατέλειωτο
χειμώνα
σ’ ένα πλακόστρωτο χαμογελά στο πέταγμα
των γλάρων.




Ανδρέας Κ.

Έρωτας




Xρόνο με το χρόνο,
ώρα με την ώρα,
λεπτό προς λεπτό,
στάζει χρώμα πορφυρό
στο δέρμα.
Εμποτίζει τα κύτταρα
τυλίγει τη καρδιά
διαθλάται στο βλέμμα.
Κόκκινο της φωτιάς
κόκκινο του αίματος.
Επιπλέω σε κόκκινα νερά,
χωρίς σωσίβιο,
χωρίς γιατί.
Έτσι ανεξήγητος
ο έρωτας
εισβάλλει στη ζωή μου.

Έλενα Καραγιαννίδου

16 Νοε 2009

Κάθε μέρα εσύ




Πάντα εσύ, κάθε μέρα εσύ,
οργώνεις της αυγής την ελπίδα,
διώχνεις της νύχτας την αγωνία.
Ταξιδευτής του νερού και της χλόης
είσαι εσύ που γράφεις τ' όνομα μου
με γράμματα από ρόδα κόκκινα
στου αγέρα την ανάσα:
" η πιο αγαπημένη
από τις αγαπημένες".
Σ' αναπολώ μέσα στο κουκούλι σου,
ύπαρξη απαράμιλλη,
σ' ανθώνες συμπαντικούς να σεργιανάς
πριν μετουσιωθείς σε γλάρο.
Κάπου - κάπου
βόγγοι αχαλίνωτοι ξεπορτίζουν
από του κόσμου το σουράβλι,
στα στήθη μου ξαγρυπνούν
τρυπούν της μοναξιάς τα μάτια.
Και είσαι εδώ, δεν ξεμακραίνεις,
δίψα μου ατελεύτητη,
αναδύεσαι από τα έγκατα της γαίας.
Την αδειανή φωλιά μου
η έξαρση σου ευωδιάζει
τρυγώντας απολαυστικά
της δικής μας σοδειάς οπώρες.

Μελιτα Τόκα-Καραχάλιου
Ανέκδοτο

7 Νοε 2009

Ανατροπή





Αυτή τη στιγμή που καλούμαστε να βιώσουμε
έναν αποχαιρετισμό διαρκώς επαναλαμβανόμενο
υπό τον ήχο ενός κοντσέρτο διοριών και υπερβάσεων
ενώ οι χρονικές και ηθικές μετατοπίσεις κυριαρχούν
τολμώ να χαράξω στο βλέμμα σου
μια τελευταία ελκυστικότατη δική μου εικόνα
από αυτές που σαδιστικά εξορύσσουν
ένα αβάσταχτο ρίγος στη βάση των λαγόνων σου
κάθε φορά που αυτές επανέρχονται ανάγωγα στη μνήμη σου.

Χαμογέλα αγάπη μου και άδραξε την ευκαιρία
να μ’ εγκλωβίσεις μέσα σου, μέσα από μια πάλη
με το αδύνατο, το απαράδεκτο, το ανέφικτο
και μην με εκλαμβάνεις ως οπτασία καθώς,
στη σάρκα σου είναι ακόμη χαραγμένες οι ρωγμές του πραγματικού
και ως πραγματικότητα αντιμετώπισέ με

Η αίσθηση του αληθινού θα εκμηδενίσει την οιανδήποτε αντίληψη του ονειρικού
Άπλωσε τα χέρια σου και άρπαξέ με σ’ ένα αιώνιο αγκάλιασμα.
Βρισκόμαστε εδώ πλέον, διανύοντας τα τελευταία
βήματα της συνειδητοποίησης
Κι αν ακόμα κι αυτή τη στιγμή καλούμαστε να βιώσουμε
έναν αποχαιρετισμό διαρκώς επαναλαμβανόμενο,
ας ξεγελάσουμε τις σκιές που παρασιτικά μας ακολουθούν
κι ας στροβιλιστούμε στην αιωνιότητα που ξεπήδησε
μέσα από τα κύτταρα της ανεπανάληπτης κοινής μας ύπαρξης.

ΜΑΡΗ ΛΙΩΚΗ

6 Νοε 2009

Σε δρόμους σκοτεινούς





Είπες• «Θα πάγω σ άλλη γη,
θα πάγω σ άλλη θάλασσα.
Κ.Π.Καβάφης



...κι αν τη ζωή μου ξόδεψα σε δρομους σκοτεινούς
και άνυδρες ερήμους
μακριά απ' τον ίσκιο σου,
εγώ..που στην άκρη στάθηκα της φωτιάς
πυροβάτης του ονείρου,...
ταξιδευτής του χρόνου του άχρονου,
τη ζωή μου τώρα ξαναχαράζω...
στις αχτίδες των σύννεφων,
στη σκοτεινιά του ήλιου,
στη γεύση ενός χαμόγελου,
στη ζωή τη ζώσα...
εκεί, που τίποτα δε χαλιέται...
εκεί που ο κόσμος ξαναγεννιέται αθώος από την αρχή...

Έφη Ιωάννου

2 Νοε 2009

Οδυσσέας Ελύτης (2 Νοεμβρίου 1911-18 Μαρτίου 1996)



Το Μονόγραμμα

Θα πενθώ πάντα -μ' ακούς;- για σένα,
μόνος, στον Παράδεισο

Ι

Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές
Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος
Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός

Πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι

Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα
Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου.


II

Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ' άλλα που πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια

Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά
Οι κιθάρες που αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τα «πίστεψέ με» και τα «μη»
Μια στον αέρα, μια στη μουσική

Τα δυο μικρά ζώα, τα χέρια μας
Που γύρευαν ν' ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο
Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες
Και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ' τις ξερολιθιές, πίσω απ' τους φράχτες
Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου
Κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ τρεις μέρες πάνω από
τους καταρράχτες

Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό
Στον τοίχο, τη Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά
Τη γάτα που μας κοίταξε μέσα στα σκοτεινά
Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό
Την ώρα που βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο
Πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος.
...

Οδυσσέας Ελύτης
(2 Νοεμβρίου 1911- 18 Μαρτίου 1996)

Σήμερα μούλειψες πολύ




(I)


Ενας φραχτης γυαλινος αναμεσα μας.

Η επιθυμια καταξιωμενο χαρτι

Οπου η φαντασια περπατησε μονη
πριν δρομος γενει.


Σημερα μουλειψες πολυ

Εσυ και το ονειρο οπου εζησες

Μεσα στο κηπο με τα μπλε ροδα.

Τα ματια μου ανυποταχτα
Δωσμενα στη πλανη

Χαιδεψαν τρυφερα το προσωπο σου.

Γνωρισες το χαμογελο τους


Σημερα μουλειψες πολυ

Ενας τοιχος γυαλινος
Στεκει γυμνος αναμεσα μας.

Ντρεπομαι που τον κοιταζω...
Ανυποταχτη επιθυμια.
Προκληση και ασεβεια μαζι.
Βλεπεις που σου χαμογελω;

Κι ομως, με βλεπεις.

Σημερα μουλειψες πολυ

Εσυ και το ονειρο μαζι

και ο κηπος

Με τα μπλε τριανταφυλλα...
Για να μοιραζομαι τη χαρα σου

Ολοκληρωτικα
Σαν ναταν δικη μου χαρα

Για να σου λειπω...

οταν υπαρχω.

(II)

Σημερα μουλειψες πολυ


Και ας μην υπηρξα ποτε

Και ας μην υπηρξες πραγματικα ποτε

Σημερα μουλειψες πολυ

Σημαδεμενο γυαλι η επιθυμια

Θρηματιστηκε

καταξιωνοντας

μια σταλα απο το αιμα μου

Μην το αγγιξεις! Θα κοπεις!


Σημερα μουλειψες πολυ..




Χριστιάνα Παναγιώτου
ΠΗΓΗ:http://bluerose-atraveller.blogspot.com/