22 Ιαν 2010

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ Ν. ΑΜΕΡΙΚΗΣ ( ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ-ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ)




ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ

Κορυφαίος ποιητής και πεζογράφος τιίς Λατινικής
Αµερικής και ένας από τους περισσότερο µεταφρασμένους
σε ξένες γλώσσες. Γεννήθηκε το 1900 στό Μπουένους Άυρες
αλλά σπούδασε στην Ισπανία και στη Μ. Βρετανία.
___________


ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ
Να κοιτάς το ποτάμι από χρόνο και νερό
και να θυμάσαι πώς ό χρόνος είναι κι αυτός ποτάμι,
να ξέρεις πώς χανόμαστε σαν το ποτάμι
και πώς τα πρόσωπα περνούν κι αυτά σαν το νερό.
Να νοιώθει; πώς αγρύπνια είναι άλλος ύπνος
πού νείρεται πώς ξαγρυπνά κι θάνατος
- που ή σάρκα μας φοβάται - άπλα είναι ο θάνατος
την κάθε νύχτα που έρχεται και λέγεται: ύπνος.
Να βλέπεις στην ήμερα είτε στο χρόνο σύμβολο
των ήμερων του άνθρωπου και των χρόνων του,
να μεταλλάζεις του καιρού το κρυφοδάγκωμα
σε μουσική, σε θρύλο και σε σύμβολο.
Να βλέπεις μες στο θάνατο μιά κοίμηση- στο γέρμα
ένα θλιμμένο θησαυρό - να, τί σημαίνει ποίηση
που είναι φτωχή κι αθάνατη και που ξανάρχεται
με κάθε χαραυγή και κάθε γέρμα.
Κάποτε, μες στο απόβραδο, ένα πρόσωπο
μάς βλέπει από το βάθος του καθρέφτη-
έτσι να ξεσκεπάζει - άλλος καθρέφτης -
ή τέχνη πρέπει τό δικό μας πρόσωπο.
Λένε πώς ό Δυσσέας, που είδε σημεία και τέρατα,
δάκρυσε από συγκίνηση βλέποντας την 'Ιθάκη
πράσινη και σεμνή- μιά 'Ιθάκη είναι κ' ή τέχνη,
πράσινη αιωνιότητα κι όχι σημεία και τέρατα.
Και μοιάζει ακόμα με τί απέραντο ποτάμι,
που έρχεται και περνά, κρύσταλλο από τον ίδιο
ρευστό Ηράκλειτο, που μένει πάντα ο ίδιος,
είναι όμως κι άλλος, σαν το απέραντο ποτάμι.

(Μετάφρ. Γ. Δ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

19 Ιαν 2010

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ Ν. ΑΜΕΡΙΚΗΣ (ΝΥΝΤΙΑ ΛΑΜΑΡΚΕ-ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ)



ΝΥΝΤΙΑ ΛΑΜΑΡΚΕ

Σύγχρονη πρωτοποριακή ποιήτρια, μια από τις
τις κορυφαίες της Αργεντινής. Η αντιπροσωπευτικότερη ποιητική συλλογή της τιτλοφορείται «Ελεγεία της μεγάλης αγάπης»,
έργο πρωτότυπο τόσο στη δομή όσο και στο περιεχόμενο του.

ΛΟΓΙΑ ΣΤΟ ΕΙΔΩΛΟ

Είδωλο μου!
Άπονο, φανταγμένο, αδιάφορο,
σαν όλα τα είδωλα.

Να με σωρός στα πόδια σου
παντοτινή σου σκλάβα
εγώ, πού ελεύθερη έζησα.
Να με στα πόδια σου, σαν το φεγγάρι
τρεμάμενη, καυτή κι απελπισμένη,
σαν φλόγα που το ξέρει
πώς ανώφελα καίγεται
-κι ας με λέγανε «μπούζι».

Να με στα πόδια σου ταπεινωμένη
σαν παρακάλιο διακονιάρη
-κι ας με ξέραν «περήφανη».
Στα πόδια σου αναστατωμένη
άσπλαχνα δαγκωμένη από τη θύμηση
-όραμα να ‘ταν; -
τότε, που το αλαζονικό σου
παρατώντας βάθρο,
γελαστός κι αδίσταχτος
ήρθες να μου σφραγίσεις
μ' ένα φιλί το ξαφνιασμένο στόμα!


(Μετάφρ. Γ. Δ. XOYPMOYZIAΔH)

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ Ν. ΑΜΕΡΙΚΗΣ (ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΚΑΠΡΙΛΕ ΑΜΠΕΛΛΑ -ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ)



ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΚΑΠΡΙΛΕ ΑΜΠΕΛΛΑ

Σύγχρονη ποιήτρια, διάσημη για την ποιητική συλλογή της «Προφίλ μέσα στην ομίχλη ποίηση της αποπνέει μελαγχολία και θλίψη και ξεχωρίζει για τη λεπτή αισθαντικότητα των χαμηλών, αλλά βαθύτατα ανθρώπινων τόνων της.

ΜΙΑ ΠΟΡΤΑ ΑΝΟΙΓΕΙ

Καμιά φορά ξαφνικά,
χωρίς κανείς να τη σπρώξει,
με μιά μυστηριώδη και διστακτική δειλία
μιά πόρτα ανοίγει.
Κάποιος λέγει:
Ειν’ ό αέρας.
Με βαθύτατη αγωνία
περιμένω κείνον πού θα ‘ρθη
λησμονημένες αναμνήσεις
πού ξανάρχονται θλιβερές
να παρηγορήσουν τη λησμονιά μας...
Συγκινήσεις πού σκορπίσαμε μόνοι μας στο χρόνο
Ταραχή απλή και ωραία
πού σ' άλλες ψυχές δεν θα βρει ηχώ
και που ξαναγυρίζει σιωπηλή.
‘Η ίσως να ‘ναι κείνος που μιαν ήμερα του Σεπτέμβρη
έφυγε αναζητώντας το αιώνιο καλοκαίρι...
Κάποιος λέγει: ειν' ό αέρας...
Και τα μάτια μου γεμάτα αναμονή
μάταια ψάχνουν το σκοτεινό άνοιγμα...

(Μετάφρ. Π.)

Πηγή Ταξίδι στην Ποίηση εκδόσεις Ναυτίλος (1995)

17 Ιαν 2010

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ Ν. ΑΜΕΡΙΚΗΣ (ΧΟΥΑΝ ΛΙΣΚΑΝΟ-ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ)




ΧΟΥΑΝ ΛΙΣΚΑΝΟ

Κριτικός, λαογράφος και ποιητής. Γεννήθηκε το 1915.
Ή ποίηση του διακρίνεται για τον ρεαλισμό της
και τα ανθρωπιστικά ιδεώδη από τα όποια εμπνέεται.


ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΓΑΠΗ

Αγαπώ τη νύχτα, το χώμα, το νερό, τον αέρα,
τα παιδιά πού μου χάρισες, τη χαρά της λιακάδας
και τη χαρά τη δική σου, πού είναι σωστή βρυσομάνα,
τις πίκρες, πού ξανάρχονται σαν του γιαλού το κύμα..
.
Αγαπώ του λαού μου τούς απλοϊκούς ανθρώπους
κι όλους του κόσμου τούς λαούς και τον παγκόσμιο άνθρωπο,
πού υψώνει αμετανόητος στον ουρανό του πεπρωμένου
τον πολικό αστέρα του για ένα καινούριο αστερισμό.
Αγαπώ τα κατοικίδια ζώα, μα και τ' αγρίμια
πού χαίρονται την παρθενιά του δάσους, και τον άρτο
πού μαζί σου μοιράζομαι, και τα σχέδια πού πλάθω
στο πλευρό σου όταν νείρομαι, και τη θνητή ζωή μου,
πού με πληγώνει αδιάκοπα με πύρινες σαΐτες,
και τον Χάρο, πού καιροφυλαχτεί στην άκρη της κληματαριάς
με την ατέρμονη, από στάχτη και κουρνιαχτό, σιωπή του.

Αγαπώ τη δίψα και τον κορεσμό,
την αρετή και το κακό,
κι όλα όσα δείχνουνε στα μάτια μου ένα φέγγος
.
Κ' επειδή αγαπώ και θαυμάζω όσα βλέπω,
όσα σφίγγω στα χέρια μου κι όσα φέρνω στα χείλη,
όλο και πιο πολύ θα σ' αγαπώ, γυναίκα, Οδηγήτρια!


(Μετάφρ. Γ. Δ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ)

Πηγή Ταξίδι στην Ποίηση εκδόσεις Ναυτίλος (1995)

16 Ιαν 2010

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ Ν. ΑΜΕΡΙΚΗΣ (ΚΑΡΛΟΣ ΑΟΥΓΚΟΥΣΤΟ ΛΕΟΝ-ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ)



1. ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ

ΚΑΡΛΟΣ ΑΟΥΓΚΟΥΣΤΟ ΛΕΟΝ

Σύγχρονος λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε το 1914. Παράλληλα προς την ποίηση, καλλιεργεί ευδόκιμα και το διήγημα.



ΠΟΙΗΣΗ

I

Χάνεσαι συχνά στην καθημερινότητα της ζωής
και θα ‘λεγε κανείς πως πια δεν υπάρχεις.
Κι όμως, όποιος σ' αφήνει για την αγάπη εκείνης
μπορεί και να ‘ρχεται κοντύτερα σου.
Τί να σαι, αλήθεια, Ποίηση, τι να ‘σαι,
κέντρο του κόσμου, σπλάχνο της αγάπης,
ίνα της ηδονής ή νεύρο για τον πόνο;

Κι αν δεν ακούς τη φωνή μου, κι αν δε με βλέπεις σιμά σου.
δε βρίσκουμε μακριά σου, γιατί ‘μαι με το γιό μου,
τη γυναίκα, την αγάπη, τη δουλειά, το χωριό μου
και τον σκληρό αγώνα για το καθημερνό μου.

Μ' αλήθεια, πες, τι να ‘σαι παρά φωνή των σπλάχνων,
των ανθρώπων σφυγμός και της ζωής το πρόσωπο;

II

Σ' έχω συχνά απαντήσει
στην ταραχή και την αντάρα.
Εκεί βοούσες.

Σ' έχω συχνά απαντήσει
στο κλάμα και τον οδυρμό.
Εκεί βογκούσες.

Σ' έχω απαντήσει
στου αδικημένου την καλύβα.
Εκεί πονούσες.

Σ' έχω απαντήσει
στο σπάραγμα κάθε στιγμής,
την κάθε μέρα.

III

Ποτέ μου δεν κατάφερα να σ' αγαπήσω ξένοιαστος.
Ποτέ μου δεν κατάφερα να σε κοιτάξω ατάραχος,
σαν τον ζωγράφο το μοντέλο του.
Πάντοτε εγώ βιαζόμουνα σαν τον δαιμονισμένο
και πάντα εσύ με προσπερνούσες.
Στο ποτάμι είτε στον κάμπο,
στην πηλάλα είτε στο αρμένισμα,
στις πιο γαλήνιες μου στιγμές
και στις βαθιές μου ταραχές
πάντοτε συ προπορευόσουν.
Τ' ορμητικό κατέβασμα σου
- ποτάμι ανθρώπινο και γω κοντά σου -
με το λαχανισμένο τρέξιμο μου
ποτέ δεν πρόλαβα να φτάσω.

IV

Θαύμα πού αναγεννιέσαι, Ποίηση,
πού στου προπάππου μου λουλούδισες τα χείλη
και τώρα εντός μου ξανανθίζεις,
όμοια, σαν τη ζωή, θα ζεις αιώνια
γιατί όμοια κυματίζεις σαν κι αυτή.

Όσα τραγούδησε ο παππούς μου
με τη σειρά μου τραγουδώ.
Όμως εγώ πια δεν θωρώ με δικά του μάτια
τα στάχια, πού έχουν γίνει σκόνη
και τις μορφές, πού θύμηση έχουν γίνει
στο κύλισμα του χρόνου.

Στάχια, ποτάμι, αγάπη,
για με ξαναγεννιούνται
την κάθε χαραυγή,

όταν του ξύπνου ανοίγει το λουλούδι.
Μάτια εγγονού κοιτάζουν
τ' απογόνια του σπόρου, πού σήμερα είναι χώμα.
Και ξεχασμένη μια αίσθηση ξαναφουντώνει μέσα μου
με αγνώριμην ορμή.

(Μετάφρ. Γ. Δ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ)

Πηγή Ταξίδι στην Ποίηση εκδόσεις Ναυτίλος (1995)

10 Ιαν 2010

ΔΕΙΛΙΝΟ ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΥΛΛΙΟ




1.

Παρατήρησε με προσοχή
τα αντικείμενα που σε περιβάλλουν
(λουλούδια, βιβλία, φωτογραφίες),
παρατήρησε τα
καθώς αιωρούνται νωχελικά
μέσα στη μεταφυσική τους αθωότητα.

Δεν είσαι βέβαιος ότι υπάρχουν,
πρέπει ωστόσο να συνεχίσεις
να τα παρατηρείς
για όση ώρα σου απομένει.
«Είναι ζήτημα πίστης πλέον».

Πότε ένα γνώριμο, βροχερό τοπίο,
μιά συγκεκριμένη σκηνογραφία,
μεταμορφώνεται σε νέα σκέψη;
Πότε ένας οικείος ήχος
(κουπιών πού κόβουν το ποτάμι στα δύο),
συνθέτει στον νου μιά ξένη μελωδία;

Κάποιος ανάβει το φως.
Κάποιος φοβάται το σκοτάδι,
τον αναστεναγμό των φθινοπωρινών φύλλων
τα κατοπτρικά παιχνίδια της μνήμης.
Ότι χάνεται
διασώζεται μέσα μας
ως αυτό που χάνεται.

Τα χρυσάνθεμα πού κρατάς στα χέρια
δεν είναι τα χρυσάνθεμα που στα χέρια κρατάς.
Είναι σκόνη.
Λέξεις που προσπαθούν να ερμηνεύσουν το νόημα
αυτής της προσχεδιασμένης χειρονομίας.

Αναγκαίας αλλά μάταιης.


2.

"Ένα άλλο βέλος ακολουθεί πάντα το βέλος του Ζήνωνα:
αυτό που το διαπέρνα και το σχίζει στα δύο.


Επομένως ό καθένας σβήνει πάντα μόνος μέσα στο ένδοξο παρόν του
καθώς ή μέρα οδεύει αργά, αδιάφορα προς το τέλος της.

Εσύ θα κλείσεις τα μάτια
και θ' αρχίσεις να ονειρεύεσαι το εξωτικό σου καταφύγιο:


τον τόπο όπου μιά καινούργια, πολύτιμη ζωή
βρίσκεται θησαυρισμένη για σένα.

Μπορείς να αντέξεις τέτοια ανταμοιβή;
Τόση γενναιοδωρία;

Τ' όνομα της διαγράφεται ακόμη στον άνεμο.
(«Σε μιά άλλη ζωή, αγάπη μου, σε μιά άλλη ζωή».)

Χάρης Βλαβιανός
Απο τη συλλογή " Διακοπές στην παραγματικότητα" (2009)

4 Ιαν 2010

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Αφαιρετική τροχιά




Σε χρωματισμούς δειλινού
κολύμπησες στο δρόμο του φεγγαριού,
έπαιξες θέατρο του κάτι,
έχασες την αθωότητα σου
και μέσα στη γνώση του μύθου
γεύτηκες τη πίκρα της αρμύρας
σε βράχους κοφτερούς.
Αναζήτησες την ισορροπία
της υπέρβασης του συμβατού
και της κατάληξης σ’ ένα τοπίο γαλήνιο,
στρογγυλεμένο,
χωρίς συνθηκολόγηση,
χωρίς γωνίες αιχμηρές.

Αναμετρώντας αντοχές,
χάραξες ξανά το ταξίδι
στο λιμάνι της προσδοκίας
με τα χέρια δεμένα
από τους δώδεκα φόβους
της μοναξιάς και του αίματος.
Ύψωσες τη σημαία του έρωτα
να ‘ναι οι άνεμοι ούριοι
η διαδρομή συναρπαστική
κι αλήθεια να παλεύει
με κατά συνθήκη ψεύδη.
Κι ο χρόνος κυλά ανέραστος
σε αφαιρετική τροχιά.

Αφιερωμένο στην Β.Β. (ο απόηχος μιας συζήτησης)

Ανδρέας Κ.

2 Ιαν 2010

Μαριονέτα







Η ζωή του είναι ένα θέατρο σκιών,
Ο ίδιος, μία φιγούρα αστεία στο πανί,
Δέκτης ακατονόμαστων πυρών
και ο χορός καλά κρατεί.

Μια μαριονέτα σε δράση,
με δανεισμένη φωνή.
Με δικιά της κράση
και ξένη ψυχή.

Άβουλο πιόνι στα χέρια του καθένα,
παιχνίδι στημένο ακόμα απ΄ τη γέννα.
Γεμάτο με κανόνες και εντολές,
δεν υπάρχει χώρος για αναστολές.

Αρχή και τέλος από πριν ορισμένα.
Ρόλοι εύκολοι, κομπάρσων.
Ψυχή και σώματι, όλα δοσμένα
στο κράτος των ανελέητων κουρσάρων.

Έλενα Καραγιαννίδου

1 Ιαν 2010

Ίσως γι' αυτό και η ποίηση



Μαργαρίτες ταγμένες στη νύχτα των κλειστών βιβλίων
Και υπνοβασίες παιδικές που βγαίνουν να τις μαζέψουν

Μ' ένα ασημένιο μαχαιράκι απειλούνε τις λέξεις
Που αποξήραναν τα πέταλα
Να παραδοθούν τις εξαναγκάζουν
μνήμη, Ιούνιος, φυρονεριά, ενιαυτός
μικρό μου, λιποτάκτες
Κι εκείνες ν' αντιστέκονται. Τι δύναμη, τι πείσμα
Γαντζωμένες από μια φράση θεατρικού στο τέλος της σελίδας:
... άλλοτε ήμουν η φλόγα σου, τώρα έγινα στάχτη...
Ξορκίζουν τη μετοικεσία και απειλούν με πυρκαγιές
Ποιες πυρκαγιές;
Ξέρουν καλά τα όνειρα να υπερασπίζονται τους νεκρούς τους
Τους κρύβουν μες στις φλέβες μας
Τους φυγαδεύουνε στις λέξεις
Σε τέφρα που λαμπυρίζει τους μεταμορφώνουν

Ίσως γι' αυτό και η Ποίηση στα πέρατα όλων των καιρών
Φλεγόμενους εξαπολύει μονομάχους

Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου

Από τη συλλογή Εν τη ρύμη του νόστου (1999)